ανθρήνη

ανθρήνη
(anthrena). Γένος κολεοπτέρων εντόμων της οικογένειας των δερμηστιδών. Έχουν πολύ μικρό σώμα, περίπου 2 έως 3 χιλιοστά, σχήμα ελλειψοειδές, χρώμα καφέ και έλυτρα σκούρα κίτρινα. Εμφανίζονται την άνοιξη και το καλοκαίρι στα λουλούδια, αλλά γεννούν μέσα στα σπίτια, και οι προνύμφες που εκκολάπτονται προκαλούν ζημιές στα ταπέτα, τα υφάσματα, τα δέρματα κλπ. Το πιο γνωστό είδος είναι η α. των μουσείων,η οποία προσβάλλει τα διάφορα εκθέματα στα τμήματα ζωολογίας των μουσείων φυσικής ιστορίας.
* * *
ἀνθρήνη, η (Α)
είδος μέλισσας (Ησύχιος) ή σφήκας (Σούδα). (Κατά τον Αριστοτέλη η λέξη δήλωνε διάφορα είδη συγγενικά με τις μέλισσες και τις σφήκες).
[ΕΤΥΜΟΛ. Υπάρχει η τάση να συνδέεται ο τ. ανθρήνη με τα αθήρ, ανθέριξ «το ακανθώδες μέρος του σταχιού και αιχμή, κόψη κοφτερών οργάνων και ειδικότερα όπλων» λόγω της έννοιας «κεντώ, τρυπώ, είμαι οξύς». Εντούτοις, αν η λ. ανθρήνη είναι η αρχαιότερη, είναι δυνατόν να αποτελεί δάνειο αιγαιακής προέλευσης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἀνθρήνη — hornet fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθρήνῃ — ἀνθρήνη hornet fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθρηνῶν — ἀνθρήνη hornet fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθρῆναι — ἀνθρήνη hornet fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθρήνην — ἀνθρήνη hornet fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθρήνης — ἀνθρήνη hornet fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθρήνας — ἀνθρήνᾱς , ἀνθρήνη hornet fem acc pl ἀνθρήνᾱς , ἀνθρήνη hornet fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • VESPA — I. VESPA Hebr. Gap desc: Hebrew communi cum crabrone nomine, quod mire pressa et constricta utrumque habet ilia, vespa inprimis, Graece σφὴξ dicitur, sicut crabro, qui vespâ maior atque alvô minus gracili, ἀνθρήνη; quam vis, fere promiscue… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αθρήνη — ἀθρήνη, η (Μ) είδος μέλισσας (λεξικό Σούδα και Ζωναράς). [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. ἀνθρήνη] …   Dictionary of Greek

  • ανθρήνιον — ἀνθρήνιον, το (Α) [ανθρήνη] 1. σφηκοφωλιά 2. κερήθρα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”